Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

Μια συνοδοιπόρος Αφετηρία

      Η ουτοπία είναι τούτη εδώ η κόλαση. Το αδιανόητο, το παρανοϊκό, το "μακρινό", το "ψέμα" είναι η αποπνικτική καθημερινότητα του αστισμού και του καταναλωτισμού, της αδιαφορίας και της άγνοιας που ζούμε εγώ και εσύ. Για μένα δεν χωράνε αντιλήψεις και επιφυλάξεις του τύπου "τα όνειρά σου είναι ουτοπικά", "αυτός ο κόσμος δεν είναι εφικτός", "μη σκέφτεσαι μακρινά" και "οι άνθρωποι πάντα θα 'ναι έτσι". Αυτό εξαρτάται και από το τι ορίζει ο καθένας ως άνθρωπο. Εγώ αυτούς που έχω δίπλα μου και τους σφίγγω τα χέρια τους λέω ανθρώπους. Και αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι σαν εσάς που μάθατε να "επαναστατείτε" με το ντύσιμο, να αντικαθιστάτε τη θερμή ζωή με κούφια αντικείμενα που αστράφτουν. Για 'σας αρκεί μονάχα να σας ερεθίζει η υφή του νέου σας καναπέ και να περνάτε από τις βιτρίνες καμαρώνοντας κλεφτά τον εαυτό σας στην αντανάκλασή του, να βλέπετε το γιο σας φαντάρο και έπειτα επαγγελματία, την κόρη σας μητέρα με μια σωστή οικογένεια. Αλλά για τώρα δεν θα σας ενοχλήσω άλλο με τα καυστικά σχόλιά μου..
      Στοχεύω σε εσάς. Τους άλλους. Τους ανθρώπους. Στοχεύω και πιστεύω. Μην σας κάνουν να πιστέψετε ότι η "εξέγερση" -ό,τι κι αν είναι αυτό για τον καθένα- , η ανατροπή, η αλλαγή, η επανάσταση είναι ένα ουτοπικό παραμύθι. Γιατί η εξέγερση είναι αυτό το καυτό και γεμάτο ψυχή θηρίο που ανασαίνει μέσα μας. Κι αυτό την κάνει να ζει. Η θερμότητα, η λογική, η ανάγκη για λογική και τίμια ζωή, για όμορφη ζωή, όπως τη φανταζόμαστε μαζί, η δύναμη της φαντασίας και της αγάπης για καταστροφή και δημιουργία εκ νέου που διαθέτουμε είναι αυτό που δεν θα μας αφήσει ποτέ σε ησυχία. Αν παραιτηθούμε από αυτό, αν είμαστε ηττοπαθείς, αν πνιγούμε στη ματαιότητα και την απόγνωση, αυτό το "διαβολικό" μικρόβιο θα μας κατακαίει από μέσα μια ζωή με ένα παράπονο, σαν το δικό μας σπλάχνο που μας μισεί, μέχρι να αποφασίσει να μας αφήσει να γεράσουμε και να γείρουμε σκυφτοί απάνω στα νεκρά αμπαρωμένα ιδανικά μας. Όχι.
      Αυτός ο κόσμος είναι ουτοπικός. Αυτός που ζεις και ζω. Είναι το αδιανόητο, το ασύλληπτο, το παραλογικό. Εγώ και εσύ δεν μπορούμε να αντιληφθούμε αυτόν τον κόσμο και να πλεύσουμε με το ρεύμα το δικό του. Εγώ και εσύ δεν καταλαβαίνουμε τις αξίες αυτής της κοινωνίας και δεν συμβιβαζόμαστε με τους κανόνες της, άγραφους και μη, όχι μονάχα από αντίληψη και άποψη και αυτοπειθαρχία, αλλά κυρίως από συναίσθημα, "θυμό", ένστικτο, ιδιοσυγκρασία και χτυποκάρδι. Όλα αυτά προηγούνται της σκέψης και της περισυλλογής, των συλλογισμών και των αντιλήψεών μας. Όλα αυτά είναι μια μεγάλη δυνατή και γενναία καρδιά που προηγείται του νου. Δεν είμαστε κομματικοί εμείς, ούτε ιδεολόγοι. Δεν χτίσαμε στο νου μας ένα κόσμο και ερχόμαστε να τον εφαρμόσουμε στα ερείπια αυτού. Τον κόσμο αυτόν τον είχαμε ήδη μέσα μας και μέσα σε αυτόν μεγαλώσαμε και από αυτόν πήραμε τις αξίες μας. Δεν ήρθαμε να τον επιβάλλουμε ή να τον τοποθετήσουμε. Ήρθαμε να τον αναγεννήσουμε, να τον αναδείξουμε, να τον υπερασπιστούμε. Ήρθαμε να τον βάλουμε ασπίδα στα δόρατα αυτού που μας επιβάλατε εσείς.
      Θέλω να με καταλάβεις. Δεν θέλω να ωφεληθώ από κάτι. Δεν θέλω κέρδη και δεν έχω συμφέροντα κατά μέρους. Δεν έχω τίποτα. Έχω μονάχα αυτό το τίποτα που θα μου παράξει τα πάντα. Κάτι που αυτοί δεν έχουν και αυτό τους τρομάζει. Έχω την ελευθερία μου. Αυτοί έχουν την ασφάλειά τους. Έχω τη γνώση και τα ιδανικά μου. Αυτοί έχουν το εκπαιδευτικό σύστημα και τα ΜΜΕ. Έχω την ειλικρίνεια, το θάρρος και την οργή. Αυτοί έχουν την πολιτική, την διπλωματία και την απέχθεια. Έχω την αγάπη. Έχουν την απάθεια. Ποια ζωή σου φαίνεται αδιανόητη λοιπόν; Σου φαίνεται αδιανόητο να ζεις λογικά και όμορφα, να μοιράζεσαι, να αγαπάς και να καλλιεργείς, να έχεις ελευθερία και φίλους, να μην πονάει κανείς δίπλα σου, να μην είσαι συνένοχος σε εγκλήματα, να πολεμάς για το δίκιο μια ζωή; Ή μήπως σου φαίνεται πιο εύκολο να αποδεχτείς τη φτώχεια, τη βία, την αστυνόμευση και την καταστολή, την εγκληματικότητα, τον πόλεμο, τα συμφέροντα, τον πόνο και την εξαθλίωση; Διάλεξε τώρα τι άνθρωπος είσαι. Όχι, εσύ δεν παραιτείσαι. Μιλάω για εσένα που το διαβάζεις τώρα αυτό. Και δεν θα παραιτηθείς και δεν θα σε πείσουν ποτέ ότι είσαι ονειροπόλος και ότι βαδίζεις σε μακρινές νήσους που δεν θα βιώσεις ποτέ.
      Δεν είμαι φαντασιόπληκτη. Ξέρω καλά. Ξέρω ότι είμαι ένα κομμάτι της Ιστορίας. Θα πρέπει όμως να επιλέξω εάν θα είμαι ένα απλό κομμάτι που κύλησε με το ρεύμα της, ή εάν θα είμαι κρότος και θεμέλιο για μια νέα Ιστορία. Ξέρω ότι ο κόσμος δεν αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη, γιατί ο άνθρωπος δεν αλλάζει απ' τη μια μέρα στην άλλη. Ξέρω ότι ίσως να προσπαθώ μια ζωή να αγωνίζομαι και να μην υπάρξει ποτέ ανταμοιβή για μένα. Όμως είμαι ένα σκληρό και ατίθασο κομμάτι της Ιστορίας. Είμαι γενναία και είσαι και εσύ, και όσο περισσότερο είσαι εσύ, άλλο τόσο είμαι και εγώ. Μην χάνεις την πίστη, μην χάνεις το κουράγιο. Πατάμε στο έδαφος της πραγματικότητας και βαδίζουμε μέσα στη λάσπη αργά και με πόνο. Όμως τα κεφάλια μας είναι ψηλά στα διαστήματα που έχτισε η καρδιά μας τη μέρα που φάγαμε το πρώτο μας παγωτό, τα καλοκαίρια στο χωριό μαζί με τον παππού και ένα σκυλί. Και αυτό δεν είναι ρομαντισμός. Αυτό είναι αλήθεια. Ρομαντικοί είστε εσείς που νομίζετε ότι θα είμαστε θλιμμένοι και ματαιόδοξοι πάντα.
      Έχω και μίσος μέσα μου. Και έχεις και εσύ. Το μίσος, την οργή. Αλλά άστα απόψε λίγο στο πλάι και θυμήσου ποιος είσαι. "Θυμήσου ποιος είσαι και πάντα θα ξέρεις πού πηγαίνεις", μου έλεγε κάποια. Μην ξεχνάς! Μην ξεχνάς γιατί σε θέλουν να ξεχάσεις. Συντόνισε την οργή σου στους ρυθμούς της ευαίσθητης καρδιάς σου. Ευαίσθητης, όχι ευάλωτης, σε ξέρω. Είσαι σαν κι εμένα δυνατός και γενναίος. Και δεν θα σε πείσουν ποτέ.


Εξαιρετικά αφιερωμένο στη φωνή, τη σκέψη και την τέχνη
-τη Σοφία, τον Παύλο και την Κατερίνα / και στον δικό μας Δεκέμβρη.

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Λιωμένο καιροί

Ξύπνα τα παιδιά χαράματα και πες τους
πως ήρθε η νύχτα που για πάντα
νύχτα θα 'ναι
Ξύπνα τα και στα πράγματα πνίξε τις ζωές τους
γιατί οι ελπίδες τον τόπο μας
δεν τον χαιρετάνε

Ξύπνα τα το ξημέρωμα για να αποχαιρετίσουν
τον ήλιο που στην μέθη του δεν θα
τον ξαναδούνε
Φίλα τα ως το κούτελο να σε καληνυχτίσουν
γιατί θα σε ξεχάσουνε και δεν θα
σ' αγαπούνε

Και φύγε καιρέ μου μακριά, ύμνε ελπιδοφόρε
φύγε απ' τα παραμύθια τους και δείξ'τους
την αλήθεια
Μάθε τους να 'ναι ονειρευτές, φτηνέ αγγελιοφόρε
και να μισούν από παιδιά της φτώχειας
τη συνήθεια

Εσύ που δίνεις αφορμές κι ανάγκες στους απόντες
αυτούς που η κοινωνία αυτή με τρόμο
έχει αποφύγει
Ψιθύρισε το μυστικό στους μόνους επιζώντες
στο μονοπάτι οδήγα τους που η αλήθεια
μ'όλα σμίγει

Θλιμμένε γιε της ποίησης, καιρέ επαναστάτη
κανένας δεν σ'αγάπησε, μόνο τον πόνο
φέρνεις
Μα να που εκείνα τα παιδιά σου κλείνουνε το μάτι
άθελα και προσεύχονται τον χρόνο
ν' ανασταίνεις

Τη μέρα πίσω δε ζητούν, δεν είναι αυτό που θένε
άλλωστε μες στη σκοτεινιά ξέρουνε πια
να ζούνε
Στο όνομά σου τη φωτιά και για τη μάνα κλαίνε
την πόλη νύχτα να καεί προσεύχονται
να δούνε

Και 'συ αντίκαιρε ντουνιά, μην φοβηθείς τα φώτα
αφού εκείνα τα παιδιά εσύ τα 'χες
κοιμίσει
Για 'σένα ήρθαν με οργή και πήρανε τα όπλα
και τώρα πια τη λευτεριά κανείς
κανείς
κανείς

Δεν θα τους τη στερήσει.